Εντός του χωριού Τσεπέλοβο Ζαγορίου και δίπλα από το ομώνυμο πέτρινο γεφύρι βρίσκεται η περίφημη «βρύση του Κονόμου». Κατασκευάστηκε σύμφωνα με όσα γράφει ο Ιωάννης Λαμπρίδης στο βιβλίο του για τα αγαθοεργήματα της Ηπείρου, το 1770 και μαζί με τη γέφυρα και το υδραγωγείο στοίχισαν 10.000 γρόσια, ποσό που έδωσε ο Κονόμος του χωριού. Κονόμος ή οικονόμος στη περιοχή του Ζαγορίου ήταν τιμητικός τίτλος που δινόταν συνήθως στον πρεσβύτερο από τους παπάδες του χωριού.
Μαζί με το αξίωμα αυτό ο ιερέας έπαιρνε υπό την εποπτεία του το εκκλησιαστικό ταμείο ενώ ήταν αρμόδιος και για όλα τα εκκλησιαστικά θέματα. Ο τίτλος αυτός στη συνέχεια έμεινε ως επώνυμο σε αρκετές Ζαγορίσιες οικογένειες.
Σχετικά με το χρόνο κατασκευής (αλλά και αναφορά στο όνομα του δωρητή) της ιστορικής αυτής βρύσης στο Τσεπέλοβο, έχουμε μια διαφορετική μαρτυρία από τον Ευριπίδη Γιαννακό, ο οποίος σ’ ένα παλιό του δημοσίευμα στη εφημερίδα «το Ζαγόρι μας» (Ιούνιος 1979), αναφέρει ότι στη βρύση υπήρχε μια εντοιχισμένη επιγραφή που έγραφε:
«ΕΝΘΑ ΠΗΓΗ ΤΕ ΚΑΙ ΦΡΕΑΡ ΚΑΙ ΤΟ ΖΩΗΡΗΤΟΝ ΥΔΩΡ ΤΑ ΝΑΜΑΤΑ ΣΙΝΑΘΡΗΖΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΨΩΝΤΑΣ ΠΟΤΙΖΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΝ ΔΡΟΣΙΖΗ. ΕΠΙ ΕΤΟΥΣ 1736 ΔΙΑ ΣΙΝΔΡΟΜΗΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΥ ΥΠΟ ΙΩΣΑΝΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΥ».
Η βρύση του Κονόμου ήταν ένα λαμπρό δείγμα της Ζαγορίσιας αρχιτεκτονικής. Δυστυχώς το 1946 καταστράφηκε εξαιτίας μπαζών που κατέβασε το ρέμα της περιοχής. Η παλιά βρύση, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ε. Γιαννακού αποτελείτο από το βασικό τοίχο της βρύσης, δυο τετράγωνες κολώνες που στήριζαν ένα θαυμάσιο τρούλο και τέσσερα διπλά τόξα. Εντός της, από τρεις σιδερένιες κάναλες έτρεχε το δροσερό νερό που έπεφτε σε μια πετρόκτιστη οβίρα.
Μετά τη καταστροφή της βρύσης, και με τη πάροδο των χρόνων, πάνω σ’ ένα τμήμα του κυρίως τοίχου της που διασώθηκε, κατασκευάστηκε η σημερινή βρύση.
Η βρύση του Κονόμου για πολλά χρόνια έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή του χωριού. Εκτός από τον προφανή της ρόλο η βρύση αποτέλεσε και σημείο συνάντησης των ερωτευμένων του χωριού. Στο δημοσίευμα του ο Ευριπίδης Γιαννακός διασώζει ένα παλιό τετράστιχο, όπου ο ερωτευμένος νέος καλούσε τη καλή του:
«Πάρε το γκιούμη κι έλα
Να το γιομίσουμε
Στη βρύση του «Κονόμου»
Να τα μιλήσουμε»
Όμως και τα ήθη και τα έθιμα του γάμου στο χωριό συμπεριλάμβαναν τη βρύση στα δρώμενα τους. Από εκεί οι νύφες (συνοδεία βιολιών και οργάνων) έρχονταν τη δεύτερη μέρα του γάμου τους να πάρουν νερό (από τη δεξιά κάνουλα) για να φτιάξουν τη πίτα. Και εκεί, πάνω στη κάνουλα, άφηναν το κομμάτι της κουλούρας που έκοβαν μαζί με το γαμπρό. Και στη συνέχεια, κατά το έθιμο παίρνοντας νερό από τη δεξιά πάντα κάνουλα, έβρεχαν τρεις φορές τον νέο τους σύζυγο.
Σύμφωνα με τις εξιστορήσεις των γηραιότερων ακόμη και ο περίφημος βεζίρης των Ιωαννίνων Αλή Πασάς, όταν μετά την αποτυχημένη προσπάθεια για ανάβαση στη Δρακόλιμνη επισκέφτηκε το Τσεπέλοβο (καλοκαίρι του 1814), στη βρύση του Κονόμου έκατσε για να δροσιστεί.
Τα χρόνια όμως πέρασαν, τα χωριά της Ηπείρου έχασαν μεγάλο μέρος των κατοίκων τους και οι εικόνες πλέον είναι διαφορετικές. Και όπως λέει και το τετράστιχο:
«Και συ «Κονόμε» ρήμαξες
Έμεινες μοναχός σου
Αργά να βλέπεις κοπελιές
Να παίρνουν το νερό σου».
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.